ΜΙΛΩ...
(Je parle.. suivi de ma traduction)
Μιλώ
για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Je parle au nom
des derniers coups de clairon des soldats vaincus
Για τα
κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα Au nom des
(derniers) lambeaux des robes de fêtes
Για τα
παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες Au nom des
enfants qui vendent des cigarettes aux passants
Μιλώ για τα
λουλούδια που μαραθήκανε σους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Je parle au
nom des fleurs flétries sur les tombes, pourries par la pluie
Για τα
σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Au nom des
maisons ouvertes sans fenêtres comme des cranes édentés
Για τα
κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Au nom des
filles qui mendient montrant leurs blessures aux seins
Μιλώ για τις
ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα Je parle au
nom des mères qui rampent pieds nus dans les décombres
Για τις
φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια σους δρόμους Au nom des
villes embrasées, entassées de cadavres dans les rues
Τους
μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια
Des poètes
proxénètes qui tremblent à la tombée de la nuit
Μιλώ για τις
ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Je parle au
nom des nuits
interminables lorsque la lumière s’estompe au lever du jour
Για τα
φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Au nom des
camions chargés qui avancent sur la
chaussée
humide
Για τα
προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.
Au nom des
cours de prison et des larmes des condamnés à mort
Μα
πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες Mais je parle
surtout au nom des pêcheurs
Π' αφήσανε
τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του Qui
abandonnèrent les filets et suivirent ses traces
Κι όταν
Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν Lorsque lui
se lassa, eux ne se reposèrent point
Κι όταν
Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνήθηκαν Lorsque lui,
les trahit, eux ne renièrent point
Κι όταν
Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια Et lorsqu’ il
fut glorifié, eux jetèrent un regard
Κι οι
σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν Et leurs
compagnons leur crachèrent (au visage) et les martyrisèrent
Κι αυτοί,
γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π' άκρη δεν έχει Mais eux
sereins, empruntèrent une route sans fin
Χωρίς το
βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει Leur regard
n’était ni obscurcit ni fléchit
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους. Debouts et
seuls au milieu de ce terrible désert de la foule
|